ΚΟΡΙΤΣΙ ΣΥΝΑΝΤΑ ΑΓΟΡΙ

31 Οκτωβρίου, 2010

 

ΑΛΙ ΣΜΙΘ

ΤΟΠΟΣ 2010

μτφρ: ΜΑΙΡΗ ΣΑΡΑΤΣΙΩΤΗ

Κορίτσι συναντά αγόρι που μοιάζει σα ζόρικο κορίτσι, γιατί είναι ένα ζόρικο κορίτσι που μοιάζει σαν γλυκό και τρυφερό αγόρι. Και τελικά κορίτσι αγαπά κορίτσι, γιατί οι ιστορίες αγάπης ποτέ δεν είχαν φύλο. Σε πέντε μικρά κεφάλαια (Εγώ, Εσείς, Εμάς, Αυτοί, Τώρα όλοι μαζί), και δίνοντας κατά την προσφιλή της συνήθεια τον λόγο, πότε στην κεντρική της ηρωίδα Ανθεία Γκαν, πότε στην αδελφή της Μιτζ, η Άλι Σμιθ αφηγείται μια μικρή ιστορία αγάπης που συναντά μια παλιότερη ιστορία αγάπης και βρίσκει έτσι το δρόμο προς το αδιανόητο ξέφωτο, όπου οι θόρυβοι από τις στερεοτυπικές αφηγήσεις και τις δεδομένες ερμηνείες δεν φτάνουν, και όπου το «εγώ» μπορεί απλώς να συστηθεί ως «εγώ», και αυτό ως προσδιορισμός να αρκεί και με το παραπάνω, και δικαιούται επίσης να το παινευτεί: Μετά παντρευόμαστε, εγώ και το πρόσωπο, και από τότε ζούμε ευτυχισμένοι, πράγμα απίθανο, και στην ιστορία και στη ζωή βεβαίως. Αλλά τα καταφέρνουμε. Κι αυτό είναι το μήνυμα. Αυτό. Τέρμα.

Το μήνυμα είναι ακόμα πως σίγουρα έχουμε ανάγκη τις ιστορίες και τους μύθους για να ξέρουμε τι να ελπίσουμε, όμως αυτό που κυρίως μετράει είναι το τι κάνουμε με τους μύθους που μεγαλώσαμε μαζί τους, και πώς τους χρησιμοποιούμε μέχρι να μπορούμε να δηλώνουμε χαμογελαστά και κατηγορηματικά «εγώ». Και το μήνυμα τέλος είναι, πως η αγάπη όταν καταφέρνει να πραγματωθεί μπορεί να μεταμορφώνει, αφού όντας πραγματωμένη έχει ήδη καταφέρει το ακατόρθωτο, είναι ήδη επαναστατική.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »


 

Σήμερα ξέρω πολύ καλά γιατί ήθελα να είμαι σαν τον Μαλρώ. Διότι αυτός ο συγγραφέας, εκτός του ότι ήταν ένας έμπειρος άνθρωπος, είχε χτίσει έναν μύθο τυχοδιώκτη και ατόμου που δεν «μάλωσε» με τη ζωή, αυτή τη ζωή η οποία για μένα ήταν μπροστά μου και δεν ήθελα να την απαρνηθώ. Αυτό που αγνοούσα τότε, ήταν ότι για να είσαι συγγραφέας έπρεπε να γράφεις, κι επιπλέον, να γράφεις έχοντας ως ελάχιστη απαίτηση να το πράττεις πολύ καλά, επομένως να οπλίζεσαι με θάρρος και κυρίως με μια απέραντη υπομονή, αυτή την υπομονή που ο Όσκαρ Ουάϊλντ ήξερε να περιγράφει τόσο καλά: «πέρασα όλο το πρωϊνό διορθώνοντας τα δοκίμια ενός ποιήματός μου και κατήργησα ένα κόμμα. Το απόγευμα, το προσέθεσα ξανά». Tην εποχή εκείνη λοιπόν, αγνοούσα ότι για να γίνεις συγγραφέας έπρεπε να γράφεις σεβόμενος μία ελάχιστη προϋπόθεση, το να γράφεις καλά. Όμως αυτό που αγνοούσα παντελώς, ήταν ότι αν ήθελες πραγματικά να γράψεις, έπρεπε ν΄ απαρνηθείς σημαντικές πλευρές της ζωής. Αγνοούσα παντελώς ότι το να γράφεις, για την πλειονότητα των συγγραφέων, σημαίνει το να είσαι μέλος μιας οικογένειας από τυφλοπόντικες που ζουν σε εσωτερικές στοές όπου δουλεύουν νυχθημερόν. Αγνοούσα παντελώς ότι θα κατέληγα να γίνω συγγραφέας, αλλά θα απείχα παρασάγγας από ένα πρόσωπο σαν τον Μαλρώ, εφόσον, εάν με περίμεναν περιπέτειες, αυτές θα ήταν περισσότερο από την πλευρά της λογοτεχνίας, παρά της ζωής. (Ενρίκε Βίλα-Μάτας, για την συγγραφή, από συνέντευξη στο Autodafe)

Και είναι αυτό το τελευταίο κάτι, που αν μη τι άλλο, ο καταλανός συγγραφέας Ενρίκε Βίλα-Μάτας εμπέδωσε καλά. Τόσο καλά ώστε πάνω σ’ αυτό να χτίσει μια γερή και ώρες ώρες θα την έλεγες κι εμμονική συγγραφική ιδιοσυγκρασία -πολύ περισσότερο από ύφος, στην περίπτωση του Βίλα-Μάτας μπορούμε να μιλάμε για συγγραφική ιδιοσυγκρασία, αν όχι για σύνδρομο. Μια συγγραφική ιδιοσυγκρασία λοιπόν, που έχει με τον καιρό και τη γραφή, αποδεχτεί την ταυτότητα (ή αλλιώς τα κουσούρια της), έχει συναρμολογήσει το αξιακό της σύστημα και έχει ορίσει τον χώρο της.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

ΕΥΑ

18 Οκτωβρίου, 2010


ΕΡΣΗ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΠΑΤΑΚΗΣ 2009

Αργά το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, βγαίνοντας από το ρεβεγιόν σε κλαμπ της πλατείας Θεάτρου η Εύα, δεν παίρνει το δρόμο για το σπίτι. Παίρνει απλώς το δρόμο, με το κάθε βήμα να φέρνει το επόμενο και αφήνοντας τα λιγοστά ταξί να περάσουν. Τα βήματα της την οδηγούν προς τη Βαρβάκειο και μετά όλο και πιο κάτω και πιο βαθιά στην άγνωστη και σκοτεινή «παρένθεση» του κέντρου, από το κατέβασμα της Σοφοκλέους μέχρι και τον Κεραμεικό. Στην άλλη αυτή όψη (κανονικό αρνητικό) της γνώριμης πόλης, και πολύ περισσότερο της χριστουγεννιάτικης εκδοχής της, η Εύα χωρίς προαποφασισμένο δρομολόγιο θα περιπλανηθεί μέχρι το πρωί. Η περιπλάνηση τυχαία (σαν περιπλάνηση), αλλά η νύχτα φορτισμένη: εκτός από τις αυξημένες προσδοκίες τις ευάλωτες στις διαψεύσεις -παραδοσιακή ψυχολογική ενδυμασία των γιορτών, η Εύα έχει νωρίτερα τσακωθεί με τον άντρα της, έχει στο πάρτι ανταλλάξει ένα υποσχόμενο φιλί με νεαρό συγγραφέα, έχει πιθανώς πάρει ένα τριπάκι, είναι πάντως επιρρεπής στις εικόνες που μοιάζουν με σκέψεις που γλιστρούν η μία μέσα στην άλλη…χωρίς βιασύνη, χωρίς αγωνία και στην κάθε φωτεινή σκέψη που ανακαλεί κάποια άλλη λαμπρότερη. Έτσι έτοιμη να συναντήσει και να συνομιλήσει με τα σημάδια, η περιπλάνηση στην πόλη θα προκαλέσει την περιπλάνηση και στον εσωτερικό της χώρο και χρόνο, όχι πια τυχαία. Σχεδόν μοιραία, ή τουλάχιστον όσο πιο μοιραία το σκοτεινό, αλλά καθόλου δραματικό σύμπαν της Σωτηροπούλου, μπορεί να επιτρέψει.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »

ΝΑΥΑΓΙΩΝ ΠΛΑΣΜΑΤΑ

6 Οκτωβρίου, 2010

 


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΟΛΛΑΣ

ΚΕΔΡΟΣ 2009

Κάπου στο ανατολικό Αιγαίο, μια γυναίκα και ένα ημιθανές παιδί πάνω σε μια πόρτα-σχεδία ακυβέρνητη στη θάλασσα κι ενώ οι πρώην συνταξιδιώτες γύρω πνιγμένοι, θ’ αντέξει έτσι όλη τη νύχτα πριν την εντοπίσει το Λιμενικό. Είναι η Ασμάτ «ποιος ξέρει από πού ξεβρασμένη», που για την ώρα διασώζεται. «Πάνω ή πίσω από την πόρτα τους βρήκαμε;» αναρωτιέται ο νεαρός λιμενοφύλακας Ρήγας Βολιώτης, κλείνοντας με την απορία το πρώτο μικρό από τα δεκαπέντε μικρά κεφάλαια. Και με τον τρόπο αυτό, πίσω από την πόρτα η Ασμάτ και από κάτω ο «άπατος βυθός», η εικόνα στέκει από μόνη της μέσα στην κυριολεξία της και μεταφορικά άρα και ποιητικά, άρα και συντριπτικά διασώζοντας με τη σειρά της το δράμα, ένα απ’ τα πολλά και αναρίθμητα αυτής της εκτεταμένης ελληνικής ακτογραμμής, ένα από αυτά που η επανάληψη έχει καταστήσει τετριμμένα και έχει μετατρέψει σε νούμερα και επιχειρήματα στο ενημερωτικό υλικό φακέλων ανθρωπιστικών οργανώσεων. Με τον τρόπο αυτό εξάλλου, μέσα από μια ορισμένη γειτνίαση και εναλλαγή μεταφοράς και κυριολεξίας, και με απόλυτη οικονομία λόγου και εικόνων, η τόσο πεζή σα βγαλμένη από αστυνομικό δελτίο ιστορία, θα φανερώσει τον άπατο και σκοτεινό βυθό της.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου »